Οικονομική κρίση τον 4ο αιώνα
Οικονομική και κοινωνική κρίση κατά τον 4ο αιώνα
Η περίπτωση της Αθήνας
Κάποιοι ιστορικοί θεώρησαν ότι μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, πολλοί γεωργοί αναγκάστηκαν να πωλήσουν τις γαίες τους σε χαμηλές τιμές, για να εγκατασταθούν στην πόλη, θεωρήθηκε επίσης, κάποιες φορές ότι κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα και άλλοι γεωργοί θα αναγκάστηκαν να χρεωθούν και να υποθηκεύσουν τις γαίες τους.
Για την τεκμηρίωση αυτών των απόψεων ορισμένες φορές παρατίθεται ένα απόσπασμα από τον Οικονομικό του Ξενοφώντα [ΧΧ.22-26]:
“Ο πατέρας του Ισχόμαχου πλούτισε αγοράζοντας γαίες, η καλλιέργεια των οποίων είχε διακοπεί. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο πατέρας του Ισχόμαχου μεταπουλούσε αυτές τις γαίες, αφού τις έθετε πάλι σε καλλιέργεια πρόκειται βέβαια για κερδοσκοπία, αλλά δεν θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι οδηγεί σε συγκέντρωση της εγγείου ιδιοκτησίας. Από την άλλη, οι στήλες των υποθηκών (όροι) που βρίσκονται στην Αττική κατά τον 4ο αιώνα δεν έχουν καμιά σχέση με οποιοδήποτε χρέος φτωχών γεωργών”
Ο Μ.Ι. Finley έχει αποδείξει ότι οι σχετικές γαίες ήταν σχετικά μεγάλες σε έκταση και ότι εκείνοι που τις υποθήκευαν ήταν πλούσιοι Αθηναίοι που είχαν εκείνη τη στιγμή ανάγκη ρευστοποίησης, για να εκτελέσουν παραδείγματος χάρη μια λειτουργία ή να προικίσουν την κόρη τους. Η υπόθεση σύμφωνα με την οποία η Αττική γνώρισε σοβαρή αγροτική κρίση τον 4ο αιώνα δεν στηρίζεται από καμία πηγή.
Ο μεγάλος Ρώσος ιστορικός Μ. Rostovtzeff υποστήριξε ότι η Αθήνα μπορεί να γνώρισε μια οικονομική κρίση που σχετιζόταν με την πτώση των εξαγωγών της: η Ιταλία και η νότια Σκυθία, εισαγωγείς της αττικής κεραμικής, ανέπτυξαν τον 4ο αιώνα τα δικά τους εργαστήρια. Πρέπει αρχικά να παρατηρήσουμε ότι, εάν τα προϊόντα της κεραμικής αποτελούν τα γνωστότερα προϊόντα που παράγει η Αττική, αυτό δεν σημαίνει ότι όλες οι βιοτεχνικές εργασίες της γνώρισαν την ίδια εξέλιξη.
Προπαντός, ακόμα και αν έλαβε πραγματικά τόπο, αυτή η πτώση των εξαγωγών, ακόμα κι αν προκάλεσε την καταστροφή κάποιων βιοτεχνών και την απώλεια εργασίας πολλών εργατών, δεν φαίνεται, ωστόσο, οι Αθηναίοι να είχαν συνείδηση του φαινομένου. Κανένα κείμενο του 4ου αιώνα δεν οικτίρει την ανεργία, κανένα δεν θριαμβολογεί για την ανακατάληψη των αγορών που χάθηκαν, ή την απόκτηση νέων αγορών.
Η οικονομική πολιτική εκείνων των Αθηναίων που ενδιαφέρονται περισσότερο για τα οικονομικά ζητήματα -του Ξενοφώντα στους Πόρους, του Εύβουλου ή του Λυκούργου παραδείγματος χάρη- συνίσταται σε δύο μόνο βασικές μέριμνες.
Να αυξήσουν τους φορολογικούς πόρους της πόλης και να εξασφαλίσουν τον ανεφοδιασμό του λαού σε δημητριακά.
Σε αυτά τα δύο θεμελιώδη σημεία, οι Αθηναίοι έχουν επιτύχει αποτελέσματα που ποικίλλουν ανάλογα με τις περιόδους. Η Αθήνα έχει γνωρίσει επανειλημμένα οικονομικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη κατά τη διάρκεια του Κορινθιακού πολέμου, και έπειτα το 355 και το 346, καθώς επίσης και λιμούς οφειλόμενους σε ανεπαρκή ανεφοδιασμό, κυρίως κατά τα πρώτα έτη του 4ου αιώνα και μετά το 330. Μόνο για αυτές τις σύντομες περιόδους πρέπει να διατηρήσουμε τον όρο της κρίσης.
Η αντίθεση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς στην Αθήνα και η διαφορά συμφερόντων μεταξύ τους προκαλεί κάποιον ανταγωνισμό ανάμεσα στις δύο τάξεις. Αυτή η αντιπαράθεση εμφανίζεται κυρίως στα δικαστήρια: κάποιοι δικανικοί λόγοι του Λυσία καλούν τους ενόρκους να καταδικάσουν έναν πλούσιο κατηγορούμενο υπογραμμίζοντας το όφελος που θα αποκόμιζαν από την κατάσχεση της περιουσίας του, ενώ άλλοι ικετεύουν τους δικαστές να μην επιβάλουν μια άδικη ποινή για οικονομικούς λόγους.
Στον Κατά Μειδίου λόγο του ο Δημοσθένης κατηγορεί τους πλούσιους, η αλαζονεία των οποίων απειλεί τα θεμέλια της δημοκρατίας, και καλεί το δικαστήριο των φτωχών να μεταχειριστεί τους πλούσιους όπως ένα δικαστήριο πλουσίων θα μεταχειριζόταν τους φτωχούς [§ 209-210]· με άλλα λόγια, καλεί τους Αθηναίους να εφαρμόσουν μια «ταξική» δικαιοσύνη.
Ο Κατά Μειδίου λόγος δεν εκφωνήθηκε ποτέ, καθώς ο Δημοσθένης προχώρησε στη σύναψη συμφωνίας με τον αντίπαλό του. Κανένας άλλος λόγος του Δημοσθένη δεν υποδαυλίζει με αυτό τον τρόπο το ταξικό μίσος.
Αντίθετα, ο αντιμακεδόνας ρήτορας προσπαθεί γενικά να εξασφαλίσει την κοινωνική ομόνοια για να ενισχύσει την αλληλεγγύη της πόλης εναντίον του εξωτερικού εχθρού [για παράδειγμα Δ’ Φιλιππικός, 37-42]. Αυτή η επιδίωξη της ομόνοιας δεν είναι ίδιον μόνο του Δημοσθένη, εμπνέει και τον Εύβουλο, η πολιτική του οποίου έχει στόχο να μειώσει τις υποχρεώσεις των πλουσίων και συγχρόνως να εγγυηθεί στους φτωχούς την καταβολή των επιδομάτων του θεωρικού.
Στην Αθήνα του 4ου αιώνα, ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς δεν καταλήγει σε βίαιη σύγκρουση, επειδή η ολιγαρχία έχει χάσει την υπόληψή της εξαιτίας των εγκλημάτων των Τριάκοντα, αλλά κυρίως επειδή η δημοκρατία δέχεται το υφιστάμενο κοινωνικό καθεστώς με την άνιση κατανομή του πλούτου. Εάν ο όρκος των ηλιαστών που αναφέρεται στον Κατά Τιμοκράτους λόγο του Δημοσθένη είναι αυθεντικός, οι αθηναίοι δικαστές δεσμεύονται «να μην ψηφίσουν ούτε την κατάργηση των ιδιωτικών χρεών, ούτε τον αναδασμό των γαιών και των σπιτιών των αθηναίων πολιτών» [§ 149].
Προφανώς, αυτή η δέσμευση αφορά κυρίως τους δικαστές που ενεργούν με την ιδιότητα των νομοθετών.
“Κοινωνία και οικονομία στην Ελλάδα τον 4ο π.κ.ε. αιώνα”
φωτογραφία Eos Aurora