Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη

Γιατί κάποια κράτη είναι πλούσια και κάποια πάμφτωχα; Γιατί οι πολίτες χωρών της Δύσης ευημερούν ενώ έθνη της Ανατολής φυτοζωούν; Γιατί σε άλλα μέρη του πλανήτη υψώνονται πολυτελείς αγέρωχοι ουρανοξύστες και σε άλλες γωνιές του κόσμου υπάρχουν χαμόσπιτα εξαθλιωμένα; Ποιος ευθύνεται για την υπανάπτυξη; Η γεωγραφία; Το κλίμα; Ο πολιτισμός; Οι ηγέτες; Η μοίρα;
Όχι, υποστηρίζουν οι Αμερικανοί οικονομολόγοι Ντάρον Ατζέμογλου και Τζέιμς Ρόμπενσον στο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη σε μετάφραση του Άγγελου Φιλιππάτου. Το κορυφαίο αυτό πανεπιστημιακό δίδυμο – ο πρώτος καθηγητής στο Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης και ο δεύτερος στο Χάρβαρντ- αφού για 15 χρόνια ερεύνησε τις συνθήκες ανάπτυξης σχεδόν όλων των χωρών του κόσμου και έχοντας μελετήσει μια ογκώδη βιβλιογραφία τουλάχιστον 325 βιβλίων, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι:
Ο καθοριστικός παράγοντας για την πορεία ευημερίας είναι η λειτουργία πολιτικών και οικονομικών θεσμών.
Και αρχίζουν να παραθέτουν παραδείγματα από την Ιστορία. Σε 525 σελίδες αποτυπώνουν το αναπτυξιακό καρδιογράφημα των κρατών- πόλεων των Μάγια, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της μεσαιωνικής Βενετίας, της κομμουνιστικής Σοβιετικής Ένωσης, της αποικιοκρατούμενης Λατινικής Αμερικής, της βιομηχανικής Αγγλίας, της ανταγωνιστικής Ευρώπης, της λεηλατημένης Αφρικής και των Ηνωμένων Πολιτειών με τις αλληλο- ελεγχόμενες πολιτικο- οικονομικές εξουσίες.
Οι συγγραφείς ξεκινούν από την «διπλή» αμερικανική πόλη Νογκάλες, η οποία χωρίζεται στα δύο με ένα… φράχτη . Είναι το προς βορρά Νογκάλες της Αριζόνα που ανήκει στην κομητεία Σάντα Κρουζ των ΗΠΑ και το προς νότο Νογκάλες της επαρχίας Σονόρα που υπάγεται στο Μεξικό. Το Νογκάλες των ΗΠΑ έχει μέσο κατακεφαλήν εισόδημα 30.000 δολάρια, η πλειονότητα των ενηλίκων είναι απόφοιτοι Λυκείου, ο πληθυσμός έχει υψηλό προσδόκιμο ζωής, οι υπηρεσίες ηλεκτροδότησης, τηλεφωνίας, αποχέτευσης, ύδρευσης, συγκοινωνίας λειτουργούν ικανοποιητικά και υπάρχει αίσθημα ασφάλειας.
Ο πολίτης εκεί θεωρεί ότι η κυβέρνηση, παρά τις ανεπάρκειές της και τα κρούσματα διαφθοράς, είναι ο αντιπρόσωπός του και μπορεί με την ψήφο του να αντικαταστήσει το δήμαρχο, τους βουλευτές, τους γερουσιαστές ακόμη και τον πρόεδρο της χώρας.
Αντιθέτως, στην άλλη πλευρά του φράχτη, στο Μεξικάνικο Νογκάλες, το κατακεφαλήν εισόδημα μόλις υπερβαίνει τα 5.000 δολάρια και αυτό θωρείται αρκετά υψηλό για τη χώρα. Οι περισσότεροι ενήλικοι δεν έχουν απολυτήριο Λυκείου, πολλοί έφηβοι δεν πηγαίνουν σχολείο, οι μητέρες ανησυχούν για τα υψηλά επίπεδα βρεφικής θνησιμότητας, οι δημόσιες αρχές παρέχουν ελλιπείς υπηρεσίες ,οι δρόμοι βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Όσο για την τήρηση της τάξης, ούτε λόγος.
Η εγκληματικότητα είναι μεγάλη. Η δε επιχειρηματικότητα βρίσκει τεράστια γραφειοκρατικά εμπόδια. Για τη απόκτηση οποιασδήποτε άδειας είναι απαραίτητο το λάδωμα των ανθρώπων σε θέσεις- κλειδιά. Οι ψηφοφόροι έρχονται καθημερινά σε επαφή με τη διαφθορά και την ανικανότητα των πολιτικών τους, οποίους δεν μπορούν να τιμωρήσουν, καθώς δεν υπάρχουν αυτόνομοι θεσμοί και κρατούσα αντίληψη, αφού μέχρι το 2000 η πόλη, όπως και όλο το Μεξικό ,τελούσε υπό το διεφθαρμένο έλεγχο του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος.
Ιδού λοιπόν, λένε οι μελετητές: ‘Εχουμε ουσιαστικά την ίδια πόλη, με την ίδια γεωγραφία, το ίδιο κλίμα, τα ίδια μικρόβια που ενδημούν στην περιοχή, την ίδια κουλτούρα, οι κάτοικοι έχουν κοινούς προγόνους, κοινές διατροφικές συνήθειες, κοινή μουσική, όμως …
Όμως, υπάρχει μια βασική διαφορά: Το Νογκάλες της Αριζόνα βρίσκεται στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου οι συνταγματικοί θεσμοί επιτρέπουν στους κατοίκους να επιλέγουν ελεύθερα τις σπουδές τους, το επάγγελμά τους καθώς και τους αντιπροσώπους τους στη Βουλή, στη Γερουσία και τον Πρόεδρο στο Λευκό Οίκο. Οι οικονομικοί θεσμοί διαμορφώνουν κίνητρα ώστε οι επιχειρηματίες να επενδύουν δημιουργώντας θέσεις εργασίας και παρέχοντας αυξήσεις στους μισθούς. Τελικά, αυτό το σύστημα είναι που ωθεί στην οικονομική ευημερία.
Το εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ -τονίζουν οι μελετητές-επέτρεψε στον Μπίλ Γκέϊτς και τους ομοίους του να αποκτήσουν ένα μοναδικό σύνολο δεξιοτήτων αλλά, μόνο χάρη στο θεσμικό πλαίσιο το ταλέντο αυτό μετασχηματίσθηκε σε θετική δύναμη. Διότι του δόθηκε η δυνατότητα να χρηματοδοτηθεί το σχέδιό του, να ιδρυθεί γρήγορα η εταιρεία του, να προσλάβει εύκολα προσωπικό και να προωθήσει τα προϊόντα του σε ευνοϊκό και ανταγωνιστικό περιβάλλον χωρίς να φοβάται ότι ένα δικτάτορας θα αλλάξει τους κανόνες ή μια ισχυρή ομάδα συμφερόντων θα δούλευε υπονομευτικά ως τροχοπέδη.
«Οι διαφορές ανάμεσα στα έθνη είναι παρόμοιες με εκείνες ανάμεσα στις δύο Νογκάλες, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα» επισημαίνουν οι συγγραφείς.
Μήπως η Μέση Ανατολή διαψεύδει τη οικονομική τους θεωρία; Διότι οι πλούσιες χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία και το Κουβέϊτ, στηρίζονται σε δικτατορικά- βασιλικά καθεστώτα , αλλά το εισοδηματικό τους επίπεδο προσεγγίζει αυτό των 30 πλουσιότερων κρατών του κόσμου. Όχι. Ο πλούτος αυτός – αντιτείνουν οι συγγραφείς- στηρίζεται στο πετρέλαιο.
Αν η τιμή του μειωθεί, θα κατρακυλήσουν στην παγκόσμια κατάταξη ευημερίας. Άλλωστε, οι χώρες της Μέσης Ανατολής με λίγο ή καθόλου πετρέλαιο όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία και η Συρία, αποτελούν μια εισοδηματική ομάδα με επίπεδο παρόμοιο με της Γουατεμάλας και του Περού. Χωρίς το πετρέλαιο όλες οι χώρες της Μέσης Ανατολής θα ήταν φτωχές, ισχυρίζονται οι οικονομολόγοι μας, προσδίδοντας δογματική ισχύ στη θεωρία τους.
Διαβάζοντας κριτικά τη μελέτη αυτή ως το τέλος, θέτεις το ερώτημα: Τι γίνεται με το φαινόμενο της μετα- κομμουνιστικής Κίνας (που διείσδυσε εμπορικά από το Πεκίνο μέχρι το Μοναστηράκι) γεννώντας νέους δισεκατομμυριούχους σε καθεστώς στυγνής δικτατορίας και όχι στυγνής δημοκρατίας;
Οι συγγραφείς ασχολούνται με την κινέζικη αντίφαση, παραδέχομενοι ότι η ιλιγγιώδης μεγέθυνση της οικονομίας, πράγματι, δεν οφείλεται στο άνοιγμα των πολιτικών θεσμών. Αλλά επιμένουν πως το κλειστό αυτό σύστημα δεν θα αποδειχθεί για πολύ, βιώσιμο.
Φαίνεται ότι στον πολύπλοκο χώρο των οικονομικών επιστημών (ή καλύτερα, θεωριών) οι απόλυτοι νόμοι εμφανίζουν και απόλυτες εξαιρέσεις. Δραματικό παράδειγμα οι χρεοκοπίες που ζούμε στην Ευρώπη: Οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν μας προφύλαξαν από την οικονομική συντριβή. Ή, μήπως, δεν επρόκειτο για πραγματικά δημοκρατικούς θεσμούς; Δικαιώνοντας, εν πολλοίς, την θεωρία Ατζέμογλου – Ρόμπενσον
Το βιβλίο κυκλοφόρησε στα αγγλικά το 2012 και είναι όμως το προϊόν δεκαπέντε χρόνων έρευνας των δύο καθηγητών και της μεγάλης ομάδας των συνεργατών τους. Στην πρώιμη μορφή του, παρουσιάστηκε το 2010 από τους δύο συγγραφείς σε συνέδριο επί τούτω, ώστε να ληφθεί υπ όψιν και η αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας στη θεωρία με την οποία οι Ατζέμογλου και Ρόμπινσον επιχειρούν να εξηγήσουν τα αίτια της ευημερίας ή της αποτυχίας των εθνών.
Οι συγγραφείς απορρίπτουν προϋπάρχουσες προσεγγίσεις, που προτάσσουν τη γεωγραφική θέση, το πολιτισμικό υπόβαθρο ή την άγνοια ως παράγοντες για την ανάπτυξη ή την υπανάπτυξη, και προβάλλουν την καθοριστική σημασία του είδους και της ποιότητας των θεσμών, πολιτικών και οικονομικών.
Διακρίνουν τους θεσμούς σε δύο κατηγορίες: τους συμμετοχικούς (όρος ο οποίος νομίζω ότι αποδίδει την έννοια του «inclusive» που χρησιμοποιούν οι συγγραφείς) και τους «extractive» (λέξη για την απόδοση της οποίας στα ελληνικά δεν μπόρεσα να καταλήξω σε δόκιμο όρο). Είτε στην πολιτική είτε στην οικονομική ζωή, ως συμμετοχικούς ορίζουν τους πλουραλιστικούς θεσμούς, δηλαδή εκείνους που ανοίγουν το παιχνίδι σε κατά το δυνατόν μεγαλύτερα στρώματα της κοινωνίας και εξασφαλίζουν ίσους όρους ανταγωνισμού, ενώ ως «extractive» ορίζουν εκείνους που διέπονται από τη λογική της απόσπασης πόρων από ένα τμήμα της κοινωνίας προς όφελος κάποιου άλλου.
Το ερώτημα, βέβαια, είναι πώς και γιατί ένα έθνος διαμορφώνει θεσμούς του ενός είδους και όχι του άλλου. Οι συγγραφείς το προσεγγίζουν, εξετάζοντας εις βάθος δεκάδες συγκεκριμένες περιπτώσεις, σε ένα ιστορικό και γεωγραφικό εύρος το οποίο καθιστά το εγχείρημά τους αξιοθαύμαστο. Εξετάζουν τον ρόλο του απαραίτητου βαθμού συγκεντρωτισμού στην οργάνωση του κράτους, καθώς και τον ρόλο του απρόοπτου ή απρόβλεπτου γεγονότος (contingency) που ορίζει τις κρίσιμες καμπές (critical junctures) και δίνει κατεύθυνση στην εξελικτική πορεία (drift) των θεσμών, δημιουργώντας τον φαύλο ή τον ενάρετο κύκλο της ανάπτυξης.
Η συνολική θεώρηση του ζητήματος της ανάπτυξης από τους Ατζέμογλου και Ρόμπινσον δεν είναι ένας τυφλοσούρτης που προσφέρεται σε όσους βαριούνται τη σκέψη και αναζητούν έτοιμες συνταγές. Οι συγγραφείς προτείνουν μάλλον ένα υπόδειγμα μελέτης της κάθε περίπτωσης, από το οποίο απουσιάζει κάθε ίχνος ντετερμινισμού.
Σημειώστε, δε, ότι, ίσως για τον λόγο ότι αισθάνονται πολύ ασφαλείς με το θέμα τους, το βιβλίο είναι γραμμένο σε ύφος ασυνήθιστο ως προς την απλότητα και τη διαύγειά του, για τον χώρο των κοινωνικών επιστημών.
Η δική μας θλιβερή περίπτωση, υπό το πρίσμα των Ατζέμογλου και Ρόμπινσον, θα μπορούσε ίσως να γίνει ακόμη και αντικείμενο ολόκληρου συνεδρίου. Διαβάζοντας το έργο τους, μπορούμε να αντιληφθούμε το μοντέλο οργάνωσης και ανάπτυξης που κατέρρευσε με την κρίση ως τη συσσώρευση πολλών επιμέρους θεσμών του «extractive» τύπου, σε πολιτικό όσο και οικονομικό επίπεδο.
Από την οργάνωση του Δημοσίου και τον ρόλο του συνδικαλισμού ώς τη διαπλοκή επιχειρηματικότητας και πολιτικής, η Ελλάδα ήταν το άθροισμα προνομίων παραχωρημένων σε ομάδες μικρών ή μεγάλων συμφερόντων ―τη δε συμμετοχικότητα, χάρη στην οποία απετρέποντο συγκρούσεις και ανατροπές, εξασφάλιζε ο αέναος δανεισμός.
Η κατάρρευση του ιδιότυπου μοντέλου μας εξηγεί τον πολιτικό και κοινωνικό κατακερματισμό γύρω μας, όπου ισχύει το «όλοι εναντίον όλων και καθένας για την πάρτη του»